Μαγειρεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: μαγειρεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajószakács, mellékmegfejtés, szakács, Cook, szakácsnő, szakácsnak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαγειρεύω
μαγειρεύω οικονομικά, μαγειρεύω οικονομικά χαλβάς, μαγειρεύω ονειροκρίτης, μαγειρεύω καλλυντικά, μαγειρεύω οικονομικά 2014, μαγειρεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μαγειρεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μαγαρίζω στα ουγγρικά - piszokfolt, díszelvonulás, piszkos, szennyezett, koszos, mocskos, piszkosak
- μαγεία στα ουγγρικά - mágia, varázslatos, mágikus, varázslat, magic
- μαγειρική στα ουγγρικά - szakácsművészet, konyha, főzés, szakácskönyv, szakács
- μαγειρικός στα ουγγρικά - konyhai, kulináris, gasztronómiai, konyha, étkezési
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hajószakács, mellékmegfejtés, szakács, Cook, szakácsnő, szakácsnak
Μεταφράσεις: hajószakács, mellékmegfejtés, szakács, Cook, szakácsnő, szakácsnak