Μαγειρεύω στα ρουμανικά
Μετάφραση: μαγειρεύω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
coace, bucătar, bucatar, cook a, bucătăreasă, bucatareasa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαγειρεύω
μαγειρεύω οικονομικά, μαγειρεύω οικονομικά χαλβάς, μαγειρεύω ονειροκρίτης, μαγειρεύω καλλυντικά, μαγειρεύω οικονομικά 2014, μαγειρεύω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μαγειρεύω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μαγαρίζω στα ρουμανικά - polua, murdărie, pământ, murdar, murdare, murdară, murdara, ...
- μαγεία στα ρουμανικά - magic, magie, iluzie, magia, joc, magică
- μαγειρική στα ρουμανικά - bucătărie, gastronomie, Culinarie, bucatarie, Culinărie, bucate
- μαγειρικός στα ρουμανικά - culinar, culinare, culinară, culinara
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρεύω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: coace, bucătar, bucatar, cook a, bucătăreasă, bucatareasa
Μεταφράσεις: coace, bucătar, bucatar, cook a, bucătăreasă, bucatareasa