Μαγειρεύω στα εσθονικά

Μετάφραση: μαγειρεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kokk, keedus, keetma, küpsetama, laar, Cook, Cooki, koka, süüa
Μαγειρεύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαγειρεύω

μαγειρεύω οικονομικά, μαγειρεύω οικονομικά χαλβάς, μαγειρεύω ονειροκρίτης, μαγειρεύω καλλυντικά, μαγειρεύω οικονομικά 2014, μαγειρεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, μαγειρεύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μαγαρίζω στα εσθονικά - pinnas, saastama, reostama, määrduma, defilee, mäekuru, muld, ...
  • μαγεία στα εσθονικά - maagia, maagiline, magic, võlu, maagiat
  • μαγειρική στα εσθονικά - kokakunst, toiduvalmistamine, kokandus, kokandusest, Cookery, kulinaaria, kokakunsti
  • μαγειρικός στα εσθονικά - kulinaarne, kulinaarse, kulinaaria, kulinaarias, kulinaarsed
Τυχαίες λέξεις
Μαγειρεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kokk, keedus, keetma, küpsetama, laar, Cook, Cooki, koka, süüa