Ανέγερση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ανέγερση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ерекција, ерекцијата, монтажа, изградба, изградбата
Ανέγερση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανέγερση

ανέγερση μουσείου μεσσαράς ηράκλειο, ανέγερση κτιρίου σε οικόπεδο τρίτου, ανέγερση κατοικίας, ανέγερση κατοικίας κόστος, ανέγερση σχολείων, ανέγερση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανέγερση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ανάφλεξη στα σλαβομακεδονικά - палење, за палење, палењето, на палење, палењето е
  • ανάχωμα στα σλαβομακεδονικά - брегот, Могила, тумба, насип, рид, могилата
  • ανέκδοτο στα σλαβομακεδονικά - анегдота, анегдотата, анегдота која, случка
  • ανέκφραστος στα σλαβομακεδονικά - безизразна, deadpan, привидно безизразна
Τυχαίες λέξεις
Ανέγερση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ерекција, ерекцијата, монтажа, изградба, изградбата