Ανήκω στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανήκω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pripadajo, pripadati, pripada, sodijo, spadajo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανήκω
ανήκω σε μένα μαζωνάκησ, ανήκω συνώνυμα, ανήκω σε μένα, ανήκω σε μένα στίχοι, ανήκω αλλού, ανήκω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανήκω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανέχομαι στα σλοβενικά - balada, vraz, tolerirati, tolerirajo, dopuščamo, prenašati, prenašajo
- ανήθικος στα σλοβενικά - nemorální, nemoralno, nemoralna, nemoralen, nemoralne, nemoralnega
- ανήμπορος στα σλοβενικά - nemočni, nemočna, nemočne, nemočnega, nemočno
- ανήσυχα στα σλοβενικά - nemirno
Τυχαίες λέξεις
Ανήκω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pripadajo, pripadati, pripada, sodijo, spadajo
Μεταφράσεις: pripadajo, pripadati, pripada, sodijo, spadajo