Βουλιάζω στα σλοβενικά
Μετάφραση: βουλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
umivalnik, korito, pomivalno korito, sink, ponor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουλιάζω
ονειροκρίτης βουλιάζω, βουλιάζω συνώνυμο, βουλιάζω στίχοι, βουλιάζω μέσα μου πολλά καράβια, βουλιάζω μέσα μου, βουλιάζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, βουλιάζω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- βουκολικός στα σλοβενικά - bucolic, Seljak
- βουλή στα σλοβενικά - parlament, hiša, hiše, house, oddih, za oddih
- βουλιμία στα σλοβενικά - bulimija, bulimije, bulimijo, bulimia, nervozna
- βουλώνω στα σλοβενικά - čep, smola, Katranizirati, smolnati čep
Τυχαίες λέξεις
Βουλιάζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: umivalnik, korito, pomivalno korito, sink, ponor
Μεταφράσεις: umivalnik, korito, pomivalno korito, sink, ponor