Ελαττωματικός στα σλοβενικά

Μετάφραση: ελαττωματικός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pokvarjena, Okvara, okvarjen, pokvarjen, pomanjkljiva
Ελαττωματικός στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαττωματικός

ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ελαττωματικός στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • ελαστικός στα σλοβενικά - ležérní, elastična, elastični, elastičen, elastične, elastično
  • ελαστικότητα στα σλοβενικά - elastičnost, elastičnosti, elastičnostjo, prožnost, elasticity
  • ελαττώνομαι στα σλοβενικά - Izginjanje, Uštap, zaton, Opadanje
  • ελαττώνω στα σλοβενικά - zmanjšati, bate
Τυχαίες λέξεις
Ελαττωματικός στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pokvarjena, Okvara, okvarjen, pokvarjen, pomanjkljiva