Ελαττωματικός στα τσεχικά
Μετάφραση: ελαττωματικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
defektní, neúplný, vadný, porušený, chybný, vadné, vadná, poškozený
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαττωματικός
ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ελαττωματικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ελαστικός στα τσεχικά - volný, nedbalý, pružný, uvolněný, poddajný, kujný, tvárný, ...
- ελαστικότητα στα τσεχικά - pružnost, elastičnost, elasticita, pružnosti, elasticity, elasticitu
- ελαττώνομαι στα τσεχικά - ubývat, mizet, vadnout, slábnout, klesat, Wane, blednout
- ελαττώνω στα τσεχικά - ztenčit, snižovat, zmenšit, přivést, zredukovat, napravit, zmírňovat, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελαττωματικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: defektní, neúplný, vadný, porušený, chybný, vadné, vadná, poškozený
Μεταφράσεις: defektní, neúplný, vadný, porušený, chybný, vadné, vadná, poškozený