Ελαττωματικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: ελαττωματικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tökéletlen, hiányos, hibás, meghibásodott, a hibás, sérült
Ελαττωματικός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαττωματικός

ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ελαττωματικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ελαστικός στα ουγγρικά - fegyelmezetlen, rugalmas, elasztikus, rugalmassági, a rugalmas
  • ελαστικότητα στα ουγγρικά - rugalmasság, rugalmasságát, rugalmassága, rugalmassági, rugalmasságot
  • ελαττώνομαι στα ουγγρικά - apadás, hullámosságmentes, fogy, hullamossag, hanyatlóban
  • ελαττώνω στα ουγγρικά - csáva, bate, csali, lya
Τυχαίες λέξεις
Ελαττωματικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tökéletlen, hiányos, hibás, meghibásodott, a hibás, sérült