Ελαττωματικός στα σουηδικά

Μετάφραση: ελαττωματικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bristfällig, felaktig, defekt, defekta, felaktiga
Ελαττωματικός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαττωματικός

ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ελαττωματικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ελαστικός στα σουηδικά - slapp, elastisk, elastiskt, elastiska, resår, elasticitets
  • ελαστικότητα στα σουηδικά - elasticitet, elasticiteten, elasticitets
  • ελαττώνομαι στα σουηδικά - avta, vankant, tillbakagång, avtar, avtagande
  • ελαττώνω στα σουηδικά - minska, inskränka, reducera, Bate, debatten, batt, den samhälleliga debatten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελαττωματικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bristfällig, felaktig, defekt, defekta, felaktiga