Δικανικός στα σουηδικά

Μετάφραση: δικανικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
forensic, rättsmedicinsk, kriminaltekniska, kriminalteknisk, rättsmedicinska
Δικανικός στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικανικός

δικανικός ορισμός, δικανικός συλλογισμός, δικανικός ψυχολόγος, δικανικός λόγος, δικανικός ρήτορας, δικανικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, δικανικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δικαιοσύνη στα σουηδικά - domare, rättvisa, Justice, justitie, rättslig prövning, rättsliga
  • δικαιώνω στα σουηδικά - försvara, rättfärdiga, motivera, motiverar, berättiga, motivera att
  • δικαστήριο στα σουηδικά - domstol, rätt, hov, domstolen, Court, bana, instansrätten
  • δικαστής στα σουηδικά - domare, domaren, bedöma, domstol
Τυχαίες λέξεις
Δικανικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: forensic, rättsmedicinsk, kriminaltekniska, kriminalteknisk, rättsmedicinska