Μαινόμενος στα σουηδικά

Μετάφραση: μαινόμενος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ursinnig, rasande, ilsken, wroth, vred, vredgades än, vredgades än mer, förtörnad
Μαινόμενος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαινόμενος

βενιζέλος μαινόμενος, μαινόμενος σημασια, ηρακλήσ μαινόμενοσ, μαινόμενος ταύρος, μαινόμενος ορισμός, μαινόμενος λεξικό γλώσσας σουηδικά, μαινόμενος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • μαθητής στα σουηδικά - pupill, elev, learner, eleven, studerande, inlärare
  • μαθητεία στα σουηδικά - lärlings, lärlingsutbildning, läroavtals, lärlingstid, lärlingsplats
  • μακάβριος στα σουηδικά - förskräcklig, ohygglig, lurid, spöklik, skrämmande, kusligt, färgsprakande
  • μακάρι στα σουηδικά - önska, vilja, tillönskan, jag önskar, jag vill, jag önskar att, vill jag
Τυχαίες λέξεις
Μαινόμενος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ursinnig, rasande, ilsken, wroth, vred, vredgades än, vredgades än mer, förtörnad