Ηλικίας στα τούρκικα
Μετάφραση: ηλικίας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλικίας
όρια ηλικίασ, υπολογισμός ηλικίας, ανεξαρτήτου ηλικίασ, διαφορά ηλικίας, ηλικίας λεξικό γλώσσας τούρκικα, ηλικίας στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ηλιακός στα τούρκικα - güneş, solar, güneş enerjisi, güneş enerjili
- ηλικία στα τούρκικα - çağ, devir, yaşlanmak, yaş, Yaşı, Age, Çağı, ...
- ηλικιωμένος στα τούρκικα - yaşlı, yaşlılar, yaşlılarda, yaşlıların, yaşlı bir
- ηλιόλουστος στα τούρκικα - neşeli, şen, güneşli, güneşli bir, sunny, güneşli yer
Τυχαίες λέξεις
Ηλικίας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa
Μεταφράσεις: yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa