Ηλικίας στα ρωσικά

Μετάφραση: ηλικίας, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
состарившийся, престарелый, пожилой, возраст, возраста, Возраст не, век, возрастной
Ηλικίας στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλικίας

όρια ηλικίασ, υπολογισμός ηλικίας, ανεξαρτήτου ηλικίασ, διαφορά ηλικίας, ηλικίας λεξικό γλώσσας ρωσικά, ηλικίας στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ηλιακός στα ρωσικά - солнечный, солнечная, солнечной, солнечных, солнечного
  • ηλικία στα ρωσικά - стареть, плевра, плацента, почка, период, старить, постареть, ...
  • ηλικιωμένος στα ρωσικά - состарившийся, престарелый, пожилой, пожилых, пожилых людей, престарелых, пожилая
  • ηλιόλουστος στα ρωσικά - солнечный, радостный, веселый, Sunny, солнечная, солнечно, солнечное
Τυχαίες λέξεις
Ηλικίας στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: состарившийся, престарелый, пожилой, возраст, возраста, Возраст не, век, возрастной