Λεξικό στα τούρκικα

Μετάφραση: λεξικό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sözlük, sözlüğunde, sözlük glosbe, sözlükte, glosbe sözlük
Λεξικό στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεξικό

λεξικό δημητράκου, λεξικό λογοτεχνικών όρων, λεξικό οικονομικών όρων, λεξικό συνωνύμων, λεξικό αγγλικών, λεξικό λεξικό γλώσσας τούρκικα, λεξικό στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λεμφικός στα τούρκικα - lenfoid, lenf, lemfoid, limfoid, lenfoit
  • λεμόνι στα τούρκικα - limon, lemon, limonlu
  • λεξιλόγιο στα τούρκικα - kelime hazinesi, kelime, edilen kelime, Vocabulary, kelime bilgisi
  • λεονταρισμοί στα τούρκικα - blustering, savuruyorlardı, yaygaracı
Τυχαίες λέξεις
Λεξικό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sözlük, sözlüğunde, sözlük glosbe, sözlükte, glosbe sözlük