Κουρασμένος στα τσεχικά

Μετάφραση: κουρασμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
unavovat, unavit, nudit, unudit, unavený, unavená, unavení, unaveni, unaven
Κουρασμένος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρασμένος

κουρασμένος ηρακλής, κουρασμένος перевод, ονειροκρίτης κουρασμένος, νιώθω κουρασμένος, ξυπνάω κουρασμένοσ, κουρασμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, κουρασμένος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • κουρέας στα τσεχικά - bradýř, holič, holičství, oděvů Kadeřnictví, barber, kadeřnická
  • κουρέλι στα τσεχικά - vynadat, cár, hadr, cancour, majales, rag, pokyny k regionální podpoře
  • κουραφέξαλα στα τσεχικά - žvanění, nesmysl, tlachání, zfušovat, žvanit, tlach, ořechy, ...
  • κουρδίζω στα τσεχικά - ladit, svinout, ovinout, shoda, odvinout, vyladit, natáhnout, ...
Τυχαίες λέξεις
Κουρασμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: unavovat, unavit, nudit, unudit, unavený, unavená, unavení, unaveni, unaven