Ατομικός στα τούρκικα
Μετάφραση: ατομικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bireysel, birey, tek tek, tek, ayrı, kişisel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικός
ατομικός λέβητας αερίου, ατομικός αριθμός οξυγόνου, ατομικός λογαριασμός ασφάλισης, ατομικός αριθμός, ατομικός φάκελος οπλίτη, ατομικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ατομικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ατομικά στα τούρκικα - bireysel, tek, ayrı ayrı, tek tek, ayrı
- ατομικισμός στα τούρκικα - bireycilik, bireysellik, bireyselliğin, bireyselcilik, bireyciliği
- ατομικότητα στα τούρκικα - kendine özgülük, bireysellik, bireyselliği, bireyselliğin, bireyselliğini
- ατονία στα τούρκικα - zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü
Τυχαίες λέξεις
Ατομικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bireysel, birey, tek tek, tek, ayrı, kişisel
Μεταφράσεις: bireysel, birey, tek tek, tek, ayrı, kişisel