Ατομικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ατομικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атомний, атомне, невідворотний, атомна, людина, осіб, чоловік, людей
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικός
ατομικός λέβητας αερίου, ατομικός αριθμός οξυγόνου, ατομικός λογαριασμός ασφάλισης, ατομικός αριθμός, ατομικός φάκελος οπλίτη, ατομικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ατομικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ατομικά στα ουκρανικά - окремо, у окремішності
- ατομικισμός στα ουκρανικά - одноособовий, особа, індивідуальний, суб'єкт, індивідуалізм
- ατομικότητα στα ουκρανικά - індивідуалістичний, індивідуальність
- ατονία στα ουκρανικά - слабість, кволість, безсилля, слабкість, знесилля, слабость
Τυχαίες λέξεις
Ατομικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: атомний, атомне, невідворотний, атомна, людина, осіб, чоловік, людей
Μεταφράσεις: атомний, атомне, невідворотний, атомна, людина, осіб, чоловік, людей