Αυτοπεποίθηση στα αλβανικά
Μετάφραση: αυτοπεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
besim, besimi, e besimit, besimit të, besimi i
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοπεποίθηση
αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση η τέχνη ν’ αποκτάς αυτά που θέλεις, αυτοπεποίθηση αποφθέγματα, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση λεξικό γλώσσας αλβανικά, αυτοπεποίθηση στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αυτοματοποιώ στα αλβανικά - automatizojnë, automatizon, automates
- αυτονομία στα αλβανικά - autonomi, autonomia, autonomia e, autonominë, autonomi të
- αυτοσχεδιάζω στα αλβανικά - improvizoj, improvizuar, improvizojnë, të improvizoj, improvizojë
- αυτούς στα αλβανικά - ata, ato, atyre, tyre, ata të
Τυχαίες λέξεις
Αυτοπεποίθηση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: besim, besimi, e besimit, besimit të, besimi i
Μεταφράσεις: besim, besimi, e besimit, besimit të, besimi i