Αυτοπεποίθηση στα εσθονικά
Μετάφραση: αυτοπεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saladus, usaldus, enesekindlus, kindlustunne, usaldust, usalduse, kindlustunde, kindlustunnet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοπεποίθηση
αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση η τέχνη ν’ αποκτάς αυτά που θέλεις, αυτοπεποίθηση αποφθέγματα, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση λεξικό γλώσσας εσθονικά, αυτοπεποίθηση στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αυτοματοποιώ στα εσθονικά - automatiseerima, Automates, Automatiseerib, automaatidena, Automatiseerib toiminguid
- αυτονομία στα εσθονικά - autonoomia, autonoomiat, sõltumatust, sõltumatuse, iseseisvust
- αυτοσχεδιάζω στα εσθονικά - improviseerima, improviseerida, improviseerib, improviseerivad
- αυτούς στα εσθονικά - nemad, neid, nende, neile, neist, need
Τυχαίες λέξεις
Αυτοπεποίθηση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: saladus, usaldus, enesekindlus, kindlustunne, usaldust, usalduse, kindlustunde, kindlustunnet
Μεταφράσεις: saladus, usaldus, enesekindlus, kindlustunne, usaldust, usalduse, kindlustunde, kindlustunnet