Δέσιμο στα αλβανικά
Μετάφραση: δέσιμο, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i lidhur, lidhur, vëmendshëm, lidhje, i vëmendshëm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέσιμο
δέσιμο γραβάτας διπλός κόμπος, δέσιμο γραβάτας, δέσιμο ντομάτας, δέσιμο γραβάτα, δέσιμο σαλπιγγών, δέσιμο λεξικό γλώσσας αλβανικά, δέσιμο στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δέρμα στα αλβανικά - lëkurë, lëkurës, të lëkurës, lëkurën Për, për lëkurën Për
- δέρνω στα αλβανικά - goditje, rrah, shes, godasësh, fshikullojnë, të shes, copë akulli lundrues
- δέσμευση στα αλβανικά - angazhim, angazhimi, përkushtimi, angazhimi i, zotim
- δέσμη στα αλβανικά - tufë, pako, rreze, trare, rrezja, tra, traun
Τυχαίες λέξεις
Δέσιμο στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i lidhur, lidhur, vëmendshëm, lidhje, i vëmendshëm
Μεταφράσεις: i lidhur, lidhur, vëmendshëm, lidhje, i vëmendshëm