Δέσιμο στα λιθουανικά

Μετάφραση: δέσιμο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
susiejimas, išlygindamas, taip išlygindamas, susiejimo, išlygino
Δέσιμο στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσιμο

δέσιμο γραβάτας διπλός κόμπος, δέσιμο γραβάτας, δέσιμο ντομάτας, δέσιμο γραβάτα, δέσιμο σαλπιγγών, δέσιμο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δέσιμο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δέρμα στα λιθουανικά - oda, odos, odą, odai, odelė
  • δέρνω στα λιθουανικά - ritmas, pulsas, čaižyti, nugalėti, vanoti, išlupti kailį, išvanoti, ...
  • δέσμευση στα λιθουανικά - įsipareigojimas, įsipareigojimą, įsipareigojimo, įsipareigojimai, įsipareigojimu
  • δέσμη στα λιθουανικά - siuntinys, grupė, puokštė, kekė, paketas, sija, spindulys, ...
Τυχαίες λέξεις
Δέσιμο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: susiejimas, išlygindamas, taip išlygindamas, susiejimo, išlygino