Δεσμεύω στα κροατικά

Μετάφραση: δεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vezati, obvezivati, počiniti, zavezati, obavezati, povezati, obvezati, izvršiti, bukagije, sputati, sputavati, okov, ropstvo
Δεσμεύω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσμεύω

δεσμεύω χρήματα, δεσμεύω συνωνυμα, δεσμεύω συνώνυμα, δεσμεύω στα αγγλικά, δεσμεύω λεξικό γλώσσας κροατικά, δεσμεύω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • δεσμίδα στα κροατικά - zavežljaj, paket, bala, svežanj, snop, breme, pjeniti, ...
  • δεσμευτικός στα κροατικά - spojni, vezivni, umotavanje, obvezan, vezati, vezivanje, vezanja, ...
  • δεσμοφύλακας στα κροατικά - tamničar
  • δεσμός στα κροατικά - afera, stvar, stanje, zadužnica, spoj, posao, skandal, ...
Τυχαίες λέξεις
Δεσμεύω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: vezati, obvezivati, počiniti, zavezati, obavezati, povezati, obvezati, izvršiti, bukagije, sputati, sputavati, okov, ropstvo