Διπλασιάζω στα νορβηγικά
Μετάφραση: διπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dobbel, geminate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλασιάζω
ατε διπλασιάζω, διπλασιάζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διπλασιάζω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διπλανός στα νορβηγικά - naboen, ved siden av, ved siden, nabohuset, neste dør
- διπλαρώνω στα νορβηγικά - overlapping, overlapp, lapper, overlapper
- διπλοκατοικία στα νορβηγικά - duplex, dupleks, tosidig, dobbeltsidig
- διπλωμάτης στα νορβηγικά - diplomat, diplomaten
Τυχαίες λέξεις
Διπλασιάζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: dobbel, geminate
Μεταφράσεις: dobbel, geminate