Διπλασιάζω στα σουηδικά
Μετάφραση: διπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fördubbla, dubbel, tvåfaldig, PARVIS FÖREKOMMANDE, ORDNA PARVIS, ORDNAS PARVIS
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλασιάζω
ατε διπλασιάζω, διπλασιάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διπλασιάζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διπλανός στα σουηδικά - intilliggande, angränsande, granne, intill, bredvid, nästa dörr
- διπλαρώνω στα σουηδικά - överlappning, lappn, överlappn, överlappningen, lappningen
- διπλοκατοικία στα σουηδικά - duplex, dubbelsidig, dubbelsidig utskrift
- διπλωμάτης στα σουηδικά - diplomat, diplomaten
Τυχαίες λέξεις
Διπλασιάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fördubbla, dubbel, tvåfaldig, PARVIS FÖREKOMMANDE, ORDNA PARVIS, ORDNAS PARVIS
Μεταφράσεις: fördubbla, dubbel, tvåfaldig, PARVIS FÖREKOMMANDE, ORDNA PARVIS, ORDNAS PARVIS