Διπλασιάζω στα κροατικά

Μετάφραση: διπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dupli, duplikat, dvostruk, dvostruki, dvostruko, udvojen
Διπλασιάζω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διπλασιάζω

ατε διπλασιάζω, διπλασιάζω λεξικό γλώσσας κροατικά, διπλασιάζω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • διπλανός στα κροατικά - susjedni, granični, pokraj vrata, susjedstva, iz susjedstva, susjedstvu, u susjedstvu
  • διπλαρώνω στα κροατικά - harmonika, preklapanje, preklapanja, preklapaju, ispreplitanje, se preklapaju
  • διπλοκατοικία στα κροατικά - duplex, dupleks, dvoetažni, obostrani ispis, obostrani
  • διπλωμάτης στα κροατικά - diplomata, diplomat, diplomatu, je diplomat, diplomat je
Τυχαίες λέξεις
Διπλασιάζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: dupli, duplikat, dvostruk, dvostruki, dvostruko, udvojen