Βολεύω στα αλβανικά
Μετάφραση: βολεύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndihmoj
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βολεύω
βολεύω αγγλικα, βολεύω συνώνυμα, βολεύω συνώνυμο, βολεύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, βολεύω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- βολή στα αλβανικά - hedh, e shtënë, gjuajtja, gjuajtja e, shtënë, topi
- βολβός στα αλβανικά - llambë, llambë të, llambë e, kokërr
- βολικός στα αλβανικά - rehatshëm, përshtatshëm, adapt, i përshtatshëm, të përshtatshëm, përshtatshme, të përshtatshme
- βομβαρδίζω στα αλβανικά - bombardoj, qëlloj, bombardojnë, qëlloj me, bombarduar
Τυχαίες λέξεις
Βολεύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ndihmoj
Μεταφράσεις: ndihmoj