Βολεύω στα κροατικά
Μετάφραση: βολεύω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kostim, ugađanje, odijelo, tide, plima, Morske, plime, za plimu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βολεύω
βολεύω αγγλικα, βολεύω συνώνυμα, βολεύω συνώνυμο, βολεύω λεξικό γλώσσας κροατικά, βολεύω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- βολή στα κροατικά - baciti, lijevanih, lijevan, bacanje, odbaciti, snimak, šut, ...
- βολβός στα κροατικά - luk, lukovica, cijev, žarulja, žarulju, arulju, sijalice, ...
- βολικός στα κροατικά - ležeran, podesan, podoban, podesnog, komforan, ugodnu, prikladan, ...
- βομβαρδίζω στα κροατικά - bombardirati, bombardovati, bombardiraju
Τυχαίες λέξεις
Βολεύω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: kostim, ugađanje, odijelo, tide, plima, Morske, plime, za plimu
Μεταφράσεις: kostim, ugađanje, odijelo, tide, plima, Morske, plime, za plimu