Βολεύω στα εσθονικά
Μετάφραση: βολεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülikond, rahuldama, tõusulaine üle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βολεύω
βολεύω αγγλικα, βολεύω συνώνυμα, βολεύω συνώνυμο, βολεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βολεύω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βολή στα εσθονικά - heitma, lahas, löök, lask, shot, tulistas, haavlid
- βολβός στα εσθονικά - mugul, elektripirn, sibul, pirn, bulb, sibula, klaaskolvi, ...
- βολικός στα εσθονικά - mugav, hõlbus, mõnus, käepärane, mugava, mugavam, mugavad, ...
- βομβαρδίζω στα εσθονικά - küsimustega, pommitama, pommitada, Bombard
Τυχαίες λέξεις
Βολεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ülikond, rahuldama, tõusulaine üle
Μεταφράσεις: ülikond, rahuldama, tõusulaine üle