Διογκώνω στα αλβανικά
Μετάφραση: διογκώνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ënjtje, enjtje, enjtja, Ënjtur, fryrje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διογκώνω
διογκώνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, διογκώνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- διμοιρία στα αλβανικά - togë, toga, togë e, togut, toge
- διοίκηση στα αλβανικά - administratë, komandë, komandës, komanda, urdhër, command
- διοικητής στα αλβανικά - komandant, komandanti, komandanti i, komandant i, komandantin
- διοικητικός στα αλβανικά - administratë, administrativ, administrative, administrativ i, administrative e, administrative të
Τυχαίες λέξεις
Διογκώνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ënjtje, enjtje, enjtja, Ënjtur, fryrje
Μεταφράσεις: ënjtje, enjtje, enjtja, Ënjtur, fryrje