Εμψυχώνω στα αλβανικά
Μετάφραση: εμψυχώνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vë në jetë, ringjall, vë në
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμψυχώνω
εμψυχώνω συνώνυμο, εμψυχώνω συνώνυμα, εμψυχώνω στα αγγλικα, εμψυχώνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, εμψυχώνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εμφυσώ στα αλβανικά - rrënjos, ngulit, ngulitin, të rrënjos, rrënjosin
- εμφυτεύω στα αλβανικά - farë, ngulit, implant, implanti, implantit, implantin
- ενάγω στα αλβανικά - padit, padisin, paditur, të paditur, padisë
- ενάγων στα αλβανικά - paditës, paditësi, paditësja, paditësit, paditëse
Τυχαίες λέξεις
Εμψυχώνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: vë në jetë, ringjall, vë në
Μεταφράσεις: vë në jetë, ringjall, vë në