Εμψυχώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: εμψυχώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
reanimate, gjenoppliver, helbrede
Εμψυχώνω στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμψυχώνω

εμψυχώνω συνώνυμο, εμψυχώνω συνώνυμα, εμψυχώνω στα αγγλικα, εμψυχώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εμψυχώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εμφυσώ στα νορβηγικά - innprente, å innprente, innpode, innprenter
  • εμφυτεύω στα νορβηγικά - frø, implantat, implantatet, implant
  • ενάγω στα νορβηγικά - bønnfalle, tiltale, tiltale mot, anklager, reise tiltale mot, reise tiltale
  • ενάγων στα νορβηγικά - saksøker, saksøkeren, saksøkers
Τυχαίες λέξεις
Εμψυχώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: reanimate, gjenoppliver, helbrede