Εμψυχώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: εμψυχώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
animera, väcka till liv
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμψυχώνω
εμψυχώνω συνώνυμο, εμψυχώνω συνώνυμα, εμψυχώνω στα αγγλικα, εμψυχώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμψυχώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμφυσώ στα σουηδικά - inskärpa, inpränta, ingjuta, inculcate, inprägla
- εμφυτεύω στα σουηδικά - sperma, säd, frö, implantat, implantatet, implantatets
- ενάγω στα σουηδικά - åtala, indict, anklaga, väcka åtal mot, väcka åtal
- ενάγων στα σουηδικά - käranden, kärande, klaganden, käran, klagande
Τυχαίες λέξεις
Εμψυχώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: animera, väcka till liv
Μεταφράσεις: animera, väcka till liv