Καθολικός στα αλβανικά
Μετάφραση: καθολικός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
katolik, katolike, katolikë, besimit katolik, catholic
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθολικός
καθολικόσ σχεδιασμόσ, καθολικός διάδοχος, καθολικός συνώνυμα, καθολικός ναός αγίου διονυσίου, καθολικός γάμος, καθολικός λεξικό γλώσσας αλβανικά, καθολικός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- καθοδήγηση στα αλβανικά - udhëheqje, udhëzime, udhëzim, udhëzimi, udhëzues
- καθοδηγώ στα αλβανικά - drejtë, drejtoj, udhëheq, ka, udhërrëfyes, udhëzojë, të udhëhequr, ...
- καθομιλούμενος στα αλβανικά - bisedor, e folur, muhabetqar
- καθορίζω στα αλβανικά - përcaktoj, përcaktojë, përcaktuar, përcaktojnë, të përcaktuar
Τυχαίες λέξεις
Καθολικός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: katolik, katolike, katolikë, besimit katolik, catholic
Μεταφράσεις: katolik, katolike, katolikë, besimit katolik, catholic