Καθολικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: καθολικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
katolikus, Catholic, a katolikus, római katolikus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθολικός
καθολικόσ σχεδιασμόσ, καθολικός διάδοχος, καθολικός συνώνυμα, καθολικός ναός αγίου διονυσίου, καθολικός γάμος, καθολικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καθολικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- καθοδήγηση στα ουγγρικά - tanácsadás, útmutatást, iránymutatást, útmutató, iránymutatás
- καθοδηγώ στα ουγγρικά - példamutatás, útmutató, útikönyv, kalauz, irányítani, vezető, Útikalauz
- καθομιλούμενος στα ουγγρικά - anyanyelv, népnyelvi, társalgó, társalgási, párbeszédes, a társalgási, csevegő
- καθορίζω στα ουγγρικά - meghatározzák, határozzák meg, meghatározni, határozzák, meghatározza
Τυχαίες λέξεις
Καθολικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: katolikus, Catholic, a katolikus, római katolikus
Μεταφράσεις: katolikus, Catholic, a katolikus, római katolikus