Κατοικώ στα αλβανικά
Μετάφραση: κατοικώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
banoj, jetoj, jetojnë, jetuar, të jetuar, të jetojnë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατοικώ
κατοικώ ετυμολογία, κατοικώ στα αγγλικά, κατοικώ συνώνυμα, κατοικώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, κατοικώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- κατοικίδιος στα αλβανικά - e zbutur, zbutur, familjar
- κατοικημένος στα αλβανικά - banimi, banimit, rezidenciale, banesore, banim
- κατολίσθηση στα αλβανικά - rrëshqitje, rrëshqitur, lëvizshëm, rrëshqitje e, me rrëshqitje
- κατορθώνω στα αλβανικά - vënë, të vënë, vihet, vendosur, vuri
Τυχαίες λέξεις
Κατοικώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: banoj, jetoj, jetojnë, jetuar, të jetuar, të jetojnë
Μεταφράσεις: banoj, jetoj, jetojnë, jetuar, të jetuar, të jetojnë