Κατοικώ στα κροατικά

Μετάφραση: κατοικώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
boraviti, stanovati, živjeti, žive, živi, živimo, živite
Κατοικώ στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατοικώ

κατοικώ ετυμολογία, κατοικώ στα αγγλικά, κατοικώ συνώνυμα, κατοικώ λεξικό γλώσσας κροατικά, κατοικώ στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • κατοικίδιος στα κροατικά - posluga, domaće, domaća, unutarnji, domaćem, pripitomljen, pripitomljena, ...
  • κατοικημένος στα κροατικά - boravišni, rezidencijalno, stambene, stambenih, stambeni, stambena, stambeno
  • κατολίσθηση στα κροατικά - odronjavanje, klizeći, klizna, kliznim, klizni, klizanjem
  • κατορθώνω στα κροατικά - postići, dobiti, ostvarive, dostići, ostvariv, dostignuti, staviti, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατοικώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: boraviti, stanovati, živjeti, žive, živi, živimo, živite