Κατοικώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: κατοικώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
živeti, živo, živijo, živi, živimo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατοικώ
κατοικώ ετυμολογία, κατοικώ στα αγγλικά, κατοικώ συνώνυμα, κατοικώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, κατοικώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- κατοικίδιος στα σλοβενικά - udomačene, udomačena, udomačenih, udomačeni, Pripitomljen
- κατοικημένος στα σλοβενικά - stanovanjski, stanovanjska, stanovanjske, stanovanjskih, stanovanjsko
- κατολίσθηση στα σλοβενικά - drsna, drsenje, drsni, drsnih, drsnimi
- κατορθώνω στα σλοβενικά - dal, čaka, mu, poda, dajo
Τυχαίες λέξεις
Κατοικώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: živeti, živo, živijo, živi, živimo
Μεταφράσεις: živeti, živo, živijo, živi, živimo