Κοπιαστικός στα αλβανικά

Μετάφραση: κοπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lodhës, mërzitshëm, të mërzitshëm, i mërzitshëm, i lodhët
Κοπιαστικός στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπιαστικός

κοπιαστικός λεξικό γλώσσας αλβανικά, κοπιαστικός στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • κοπανίζω στα αλβανικά - prish, goditje, godit
  • κοπιάζω στα αλβανικά - puna, çrregull, punë e rëndë, shqetësim, ngatërresë, rrëmujë
  • κοπριά στα αλβανικά - pleh organik, plehu, plehut organik, plehu organik, të plehut organik
  • κοράλλι στα αλβανικά - koral, koralesh, koralore, koraleve, korale
Τυχαίες λέξεις
Κοπιαστικός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: lodhës, mërzitshëm, të mërzitshëm, i mërzitshëm, i lodhët