Κοπιαστικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: κοπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fárasztó, kifáradnának, kimeríto, hogy kifáradnának
Κοπιαστικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπιαστικός

κοπιαστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κοπιαστικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κοπανίζω στα ουγγρικά - ól, puff, ütés, ütlegel
  • κοπιάζω στα ουγγρικά - nehéz testi munka, Moil, Molaj, nyél, maradékra
  • κοπριά στα ουγγρικά - ganéj, rondaság, komposzt, trágya, zsibvásár, trágyát, trágyaszóró, ...
  • κοράλλι στα ουγγρικά - korall, korallból, korallok, coral
Τυχαίες λέξεις
Κοπιαστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fárasztó, kifáradnának, kimeríto, hogy kifáradnának