Κοπιαστικός στα κροατικά
Μετάφραση: κοπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
radan, marljiv, mučan, iscrpljujuća, naporno, umara
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοπιαστικός
κοπιαστικός λεξικό γλώσσας κροατικά, κοπιαστικός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- κοπανίζω στα κροατικά - satjerati, izudarati, tući, pljuska, udarac, snažan udarac
- κοπιάζω στα κροατικά - napor, rad, radna, radništvo, posao, kulučenje, kuluk
- κοπριά στα κροατικά - đubriti, pogan, nered, izmet, nađubriti, podlost, balega, ...
- κοράλλι στα κροατικά - koralj, koraljni, Coral, koralja, koralji
Τυχαίες λέξεις
Κοπιαστικός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: radan, marljiv, mučan, iscrpljujuća, naporno, umara
Μεταφράσεις: radan, marljiv, mučan, iscrpljujuća, naporno, umara