Υπηρέτρια στα αλβανικά
Μετάφραση: υπηρέτρια, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shërbëtor, çupë, shërbyesja, shërbëtore, vajzë, shërbyesja e
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπηρέτρια
υπηρέτης πολλών αφεντάδων, υπηρέτρια ονειροκρίτης, σπυριδούλα υπηρέτρια, υπηρέτρια του φίλωνοσ, η υπηρέτρια, υπηρέτρια λεξικό γλώσσας αλβανικά, υπηρέτρια στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- υπηκοότητα στα αλβανικά - shtetësi, qytetari, shtetësia, shtetësinë, qytetaria
- υπηρέτης στα αλβανικά - shërbëtor, shërbyes, shërbëtori, shërbëtorin
- υπηρεσία στα αλβανικά - agjenci, shërbim, shërbimit, shërbimi, të shërbimit, shërbimit të
- υπηρετώ στα αλβανικά - shërbej, shërbejë, shërbejnë, shërbyer, të shërbejë
Τυχαίες λέξεις
Υπηρέτρια στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shërbëtor, çupë, shërbyesja, shërbëtore, vajzë, shërbyesja e
Μεταφράσεις: shërbëtor, çupë, shërbyesja, shërbëtore, vajzë, shërbyesja e