Υπηρέτρια στα σουηδικά
Μετάφραση: υπηρέτρια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
piga, maid, hembiträdes, städservice, pigan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπηρέτρια
υπηρέτης πολλών αφεντάδων, υπηρέτρια ονειροκρίτης, σπυριδούλα υπηρέτρια, υπηρέτρια του φίλωνοσ, η υπηρέτρια, υπηρέτρια λεξικό γλώσσας σουηδικά, υπηρέτρια στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- υπηκοότητα στα σουηδικά - nationalitet, medborgarskap, medborgarskapet, medborgare
- υπηρέτης στα σουηδικά - tjänare, anställd, tjänsteman, tjänaren, anställde
- υπηρεσία στα σουηδικά - betjäning, agentur, ämbetsverk, tjänst, kontor, tjänsten, tjänster, ...
- υπηρετώ στα σουηδικά - tjäna, tjänar, fungera, serverar, betjäna
Τυχαίες λέξεις
Υπηρέτρια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: piga, maid, hembiträdes, städservice, pigan
Μεταφράσεις: piga, maid, hembiträdes, städservice, pigan