Υπηρέτρια στα πολωνικά

Μετάφραση: υπηρέτρια, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posługacz, sługa, pokojowiec, służebnica, pokojówka, czeladź, panna, maid, służąca, sprzątania
Υπηρέτρια στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπηρέτρια

υπηρέτης πολλών αφεντάδων, υπηρέτρια ονειροκρίτης, σπυριδούλα υπηρέτρια, υπηρέτρια του φίλωνοσ, η υπηρέτρια, υπηρέτρια λεξικό γλώσσας πολωνικά, υπηρέτρια στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • υπηκοότητα στα πολωνικά - narodowość, obywatelstwo, obywatelstwa, obywatelska, obywatelskiej, obywatelskie
  • υπηρέτης στα πολωνικά - pokojówka, służebnica, czeladź, sługa, pokojowiec, posługacz, służący, ...
  • υπηρεσία στα πολωνικά - czynnik, służba, pośredniczenie, służenie, przedstawicielstwo, oddział, agencja, ...
  • υπηρετώ στα πολωνικά - wyrządzić, podanie, usługiwać, służyć, urzędować, zagrywać, serw, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπηρέτρια στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: posługacz, sługa, pokojowiec, służebnica, pokojówka, czeladź, panna, maid, służąca, sprzątania