Χρεοκοπημένος στα αλβανικά
Μετάφραση: χρεοκοπημένος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i falimentuar, falimentuar, të falimentuar, falimentojnë, falimenton
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρεοκοπημένος
χρεοκοπημένος λεξικό γλώσσας αλβανικά, χρεοκοπημένος στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- χρίω στα αλβανικά - mbush, mbyll, mbuloj
- χρειάζομαι στα αλβανικά - nevojë, duhet, nevojitet, nevojë për, të duhet
- χρηματιστής στα αλβανικά - agjent burse, komisioner burse, shitblerës aksionesh, komisionere
- χρηματοδοτώ στα αλβανικά - financë, financave, e financave, i financave, financa
Τυχαίες λέξεις
Χρεοκοπημένος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i falimentuar, falimentuar, të falimentuar, falimentojnë, falimenton
Μεταφράσεις: i falimentuar, falimentuar, të falimentuar, falimentojnë, falimenton