Έμπιστος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сигурен, заслужаващ доверие, надежден, любимата, верния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμπιστος
έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έμπιστος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- έμβολο στα βουλγαρικά - бутало, буталата, буталния, бутален, бутални
- έμβρυο στα βουλγαρικά - зародиш, ембрион, плода, плод, фетуса
- έμπνευση στα βουλγαρικά - вдъхновение, вдъхновението, вдъхновява, вдишване
- έμπορας στα βουλγαρικά - търговец, за Tърговци, търговски, търговския
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сигурен, заслужаващ доверие, надежден, любимата, верния
Μεταφράσεις: сигурен, заслужаващ доверие, надежден, любимата, верния