Έμπιστος στα ισπανικά
Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
confidente, fiel, leal, confianza, de confianza, confiable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμπιστος
έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας ισπανικά, έμπιστος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- έμβολο στα ισπανικά - pistón, émbolo, de pistón, del pistón, pistón de
- έμβρυο στα ισπανικά - embrión, feto, el feto, feto en, del feto, fetos
- έμπνευση στα ισπανικά - inspiración, la inspiración, de inspiración, inspira, fuente de inspiración
- έμπορας στα ισπανικά - mercante, negociante, comerciante, mercader, mercantil, comercial
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: confidente, fiel, leal, confianza, de confianza, confiable
Μεταφράσεις: confidente, fiel, leal, confianza, de confianza, confiable