Έμπιστος στα εσθονικά

Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
usaldusmees, ustav, usaldusväärne, truu, trusty, usaldatav
Έμπιστος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμπιστος

έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας εσθονικά, έμπιστος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • έμβολο στα εσθονικά - kolb, kolvi, kolbi, kolbmootoriga, kolviga
  • έμβρυο στα εσθονικά - loode, embrüo, embrüonaalne, lootele, loote, loodet, lootel
  • έμπνευση στα εσθονικά - inspiratsioon, inspiratsiooni, Inspiration, inspiratsiooniks, innustust
  • έμπορας στα εσθονικά - kaupmees, kaupmehe, müüjad, kaupmehele, kaubalaevade
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: usaldusmees, ustav, usaldusväärne, truu, trusty, usaldatav