Έμπιστος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
надзейны, надзейную, надзейная
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμπιστος
έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, έμπιστος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- έμβολο στα λευκορωσικά - поршань, поршень
- έμβρυο στα λευκορωσικά - плод, плён, вынік
- έμπνευση στα λευκορωσικά - натхненне, натхненьне
- έμπορας στα λευκορωσικά - гандляр, прадавец
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: надзейны, надзейную, надзейная
Μεταφράσεις: надзейны, надзейную, надзейная