Έμπιστος στα γερμανικά

Μετάφραση: έμπιστος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gedrängt, getraut, vertraute, zuverlässig, treu, treuen, trusty, treuer
Έμπιστος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμπιστος

έμπιστος συνόνυμα, έμπιστος αντίθετο, έμπιστος λεξικό γλώσσας γερμανικά, έμπιστος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • έμβολο στα γερμανικά - kolben, Kolben, Kolbens
  • έμβρυο στα γερμανικά - fötus, embryo, Fötus, Fetus, Feten, Foetus, Föten
  • έμπνευση στα γερμανικά - inspiration, eingebung, inhalation, Inspiration, Inspirations, inspirieren, inspiriert, ...
  • έμπορας στα γερμανικά - großkaufmann, händler, kaufmann, kleinhändler, Kaufmann, Händler, Firmensitz, ...
Τυχαίες λέξεις
Έμπιστος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gedrängt, getraut, vertraute, zuverlässig, treu, treuen, trusty, treuer